Ποιο είναι το πιο υγιεινό κομμάτι του κοτόπουλου;

Πίνακας περιεχομένου
Όλα όσα χρειάζεται να ξέρετε για την κατανάλωση του κοτόπουλου.
Το κοτόπουλο είναι μία από τις πιο δημοφιλείς πηγές πρωτεΐνης παγκοσμίως. Είναι φθηνό, ευέλικτο στη μαγειρική και πιο υγιεινό σε σύγκριση με το κόκκινο κρέας, γεγονός που το καθιστά αγαπημένη επιλογή για όσους προσέχουν τη διατροφή τους.
Ωστόσο, δεν είναι όλα τα μέρη του κοτόπουλου ίδια. Ανάλογα με το κομμάτι που καταναλώνουμε, λαμβάνουμε διαφορετικά επίπεδα πρωτεΐνης, λίπους και θρεπτικών συστατικών.
Οι πιο θρεπτικές κοπές του κοτόπουλου
Το φιλέτο στήθους θεωρείται η πιο υγιεινή επιλογή, καθώς έχει χαμηλά λιπαρά και υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη. Μια μερίδα 100 γραμμαρίων παρέχει 106 θερμίδες, 23 γραμμάρια πρωτεΐνης και μόλις 2 γραμμάρια λίπους. Ωστόσο, στεγνώνει εύκολα κατά το μαγείρεμα, γι’ αυτό απαιτεί προσοχή στην προετοιμασία του.
Το μπούτι κοτόπουλου έχει περισσότερα λιπαρά, αλλά περιέχει ωμέγα-3 λιπαρά οξέα που είναι ωφέλιμα για την καρδιά. Ένα μπούτι χωρίς πέτσα (100 γρ.) περιέχει 114 θερμίδες, 19 γραμμάρια πρωτεΐνης και 8 γραμμάρια λίπους. Είναι καλή επιλογή για όσους χρειάζονται περισσότερη ενέργεια, όπως αθλητές και άτομα με έντονη φυσική δραστηριότητα.
Η φτερούγα κοτόπουλου βρίσκεται μεταξύ στήθους και μπουτιού, όσον αφορά την περιεκτικότητα σε λίπος. Χωρίς την πέτσα, αποτελεί μια μέτρια επιλογή, αλλά αν διατηρηθεί η πέτσα, το λίπος αυξάνεται σημαντικά.
Κάνει κακό η πέτσα;
Η πέτσα του κοτόπουλου περιέχει αρκετά λιπαρά, αυξάνοντας σημαντικά τις θερμίδες του γεύματος. Αν και το λίπος αυτό περιλαμβάνει και ωφέλιμα μονοακόρεστα λιπαρά, η υπερβολική κατανάλωσή του μπορεί να αυξήσει τη χοληστερόλη και να επηρεάσει την υγεία της καρδιάς. Αφαιρώντας την πέτσα, μπορούμε να μειώσουμε την περιεκτικότητα σε λιπαρά έως και 50%.
Ωστόσο, η κατανάλωση της με μέτρο δεν δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα.
Πώς επηρεάζει το μαγείρεμα τη διατροφική αξία του κοτόπουλου;
Όπως είπαμε, το πιο υγιεινό κομμάτι του κοτόπουλου είναι το στήθος χωρίς πέτσα, λόγω της χαμηλής περιεκτικότητάς του σε λίπος και των υψηλών επιπέδων πρωτεΐνης. Ωστόσο, αν κάποιος αναζητά περισσότερη γεύση και θρεπτικά συστατικά όπως ο σίδηρος και ο ψευδάργυρος, το μπούτι αποτελεί καλή εναλλακτική.
Όποιο κομμάτι κι αν επιλέξετε, η μέθοδος μαγειρέματος παίζει σημαντικό ρόλο: το ψήσιμο ή το βράσιμο είναι προτιμότερα από το τηγάνισμα, ώστε να διατηρηθούν τα θρεπτικά οφέλη του κοτόπουλου.
Το τηγάνισμα είναι ο χειρότερος τρόπος μαγειρέματος, καθώς απορροφά μεγάλη ποσότητα λιπαρών από το λάδι, αυξάνοντας σημαντικά τις θερμίδες και τα κορεσμένα λιπαρά. Επιπλέον, η διαδικασία τηγανίσματος μπορεί να παράγει επιβλαβείς ενώσεις, όπως οι ετεροκυκλικές αμίνες και οι πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες, που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου.
Το βράσιμο είναι μια από τις πιο υγιεινές μεθόδους, καθώς δεν προσθέτει περιττά λιπαρά και βοηθά στη διατήρηση της υγρασίας του κρέατος, αποτρέποντας το στέγνωμα. Ωστόσο, ορισμένες βιταμίνες και μέταλλα διαλύονται στο νερό, οπότε είναι σημαντικό να χρησιμοποιούμε το ζωμό στο μαγείρεμα για να μην χαθούν θρεπτικά συστατικά.
Το ψήσιμο και το μαγείρεμα στον ατμό είναι εξαιρετικές επιλογές, καθώς διατηρούν τη φυσική γεύση του κοτόπουλου και τα θρεπτικά του συστατικά, χωρίς την προσθήκη περιττών λιπαρών.
Η σημασία της προέλευσης του κοτόπουλου
Εκτός από το κομμάτι του κοτόπουλου και τον τρόπο μαγειρέματος, η ποιότητα του κρέατος παίζει σημαντικό ρόλο στη διατροφή μας. Τα βιολογικά κοτόπουλα εκτρέφονται χωρίς αντιβιοτικά και ορμόνες, γεγονός που μειώνει τον κίνδυνο κατανάλωσης επιβλαβών ουσιών. Επιπλέον, τρέφονται με φυσικές τροφές, όπως δημητριακά και χόρτα, με αποτέλεσμα να έχουν καλύτερο διατροφικό προφίλ, με υψηλότερα επίπεδα ωφέλιμων λιπαρών και αντιοξειδωτικών.
Αντίθετα, τα συμβατικά κοτόπουλα συχνά εκτρέφονται σε μαζικές φάρμες, όπου τους χορηγούνται αντιβιοτικά και ορμόνες για να αναπτυχθούν γρηγορότερα. Η υπερβολική κατανάλωση τέτοιου κρέατος μπορεί να οδηγήσει σε ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά και σε πιθανές ορμονικές διαταραχές.
Επιπλέον, τα βιολογικά κοτόπουλα ζουν σε καλύτερες συνθήκες, με περισσότερο χώρο και φυσικό φως, γεγονός που επηρεάζει τόσο την ποιότητα του κρέατος όσο και τη γεύση του.